Είναι
το αποχαιρετιστήριο σημείωμα που άφησε ο Καρυωτάκης
αυτοκτονώντας. Η πνευματική Ελλάδα του 1928, τράβηξε με άφατη
ηδονή από τις τσέπες της πένθιμα μαντηλάκια και στέγνωσε το
σπαρακτικό της δάκρυ για τον καημό αυτού που βάφτισαν "Aπογοήτευση
μεγάλης Ιδέας και κόκκινης Μηλιάς".
΄Υστερα από 400 χρόνια σκλαβιάς και αφανισμού μας, αφού είχε
προηγηθεί η αμείληκτη δίωξη κάθε ελληνικής ιδέας επί επτά
αιώνες -εκτός Ελλάδας- από το παπαδαριό της Δύσης και την
Ιερά Εξέταση και αφού κινδυνέψαμε στα 400 χρόνια της τούρκικης
σκλαβιάς να χάσουμε ό,τι πολυτιμότερο -τη γλώσσα μας- σαν
καταφέραμε επιτέλους να λευτερωθούμε, αποφάσισαν πως δεν μπορούσαμε
να ζήσουμε χωρίς Βυζάντιο. Όλα τα 'χε η Μαριορή, η αυτοκρατορία
της έλειπε!
Το αφιόνι πότισε βαθιά το ματωμένο κορμί της Ελλαδας. Η δόση
ήταν τόσο μεγάλη, ώστε μετά την ήττα, το Έθνος δεν θρηνούσε
την καταστροφή του μικρασιατικού Ελληνισμού και το ξερίζωμα
ενός αξιόλογου πολιτισμού που ξεκληρίστηκε με τις αλεπάλληλες
προδοσίες, αλλά την ορφάνια του από την ιδέα να ξαναζήσει
το Βυζάντιο.
— Και τώρα πως θα ζήσουμε χωρίς Μεγάλη Ιδέα!
Ο Δημήτρης Αλεξάνδρου έγραφε σχετικά στον πρόλογο του "Σοφιστή"
του Πλάτωνα:
"Ο στείρος αρχαϊσμός, η φορμαλιστική προγονοπληξία που
κυριάρχησε σ' όλο το Γένος, λυτρωμένo και αλύτρωτο, για 80
τόσα χρόνια, ύστερα από το '21, είναι αποτέλεσμα της λαϊκής
αδυναμίας.
Ανάσταση της Αρχαίας Ελλάδας, Βυζαντινο-χριστιανική
παράδοση και Μεγάλη Ιδέα, δηλαδή πολιτκή αναστυγκρότηση της
Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, ήτανε το παράξενο ιδεολογικό τρίπτυχο
της πνευματικής ηγεσίας του ελληνισμού στο 19ο αιώνα. Κάτω
από την γοητευτική ακτινοβολία του κρυβόντανε υψηλά συμφέροντα.
Έτσι κατεργάστηκαν έξυπνα τον αποπροσανατολισμό του ελληνικού
λαού για μια ουσιαστική αναγέννηση.
Μέσα στην ανεδαφική απόγνωση των πρώτων και των μιμητών τους,
απόγνωση αρνητική και χωρίς κανένα νόημα, βγαίνει μια μέρα
ο Ελύτης στα 23 του χρόνια, και φωνάζει: |