Του λύχνου μου το λάδι σώθηκε,
και ξαγρυπνώ. Τι νύχτα! ΄Αστρο κανένα,
στην άκρη απ' το κρεβάτι μου ένα φάντασμα
κι απάνω μου δυό μάτια καρφωμένα.
Ο κόσμος δεν υπάρχει. Από της άβυσσος
ρουφήχτηκε τα στόματα. Σκοτάδι
Μόνο δυό μάτια υπάρχουνε στ' ανύπαρχτα,
δυό μάτια μοναχά γιομίζουν τ' άδεια.
Μόνο δυό μάτια στα σκοτάδια φέγγουνε.
Όλα κοιμούνται, χάνονται, όλα σβούνε,
μόνο δυό μάτια με κοιτάζουν άγρυπνα,
δεν κλείνουνε· ποτέ δε θα κλειστούνε. |